Στο παρελθόν η επαναφύτευση της ροδακινιάς σε έναν αγρό, ήταν μια διαδικασία δύσκολη, καθώς χρειαζόταν να μεσολαβήσει μία περίοδος αγρανάπαυσης ή αμειψισποράς του αγρού για τουλάχιστον 1 – 3 έτη.
Η αναγκαιότητα αυτή προέκυπτε λόγω της συσσώρευσης μεγάλου αριθμού παθογόνων στο έδαφος, εξαιτίας του μεγάλου όγκου και του βάθους που καταλάμβαναν οι ρίζες των δένδρων.
Κυριότερα παθογόνα ήταν οι νηματώδεις, διάφοροι μύκητες εδάφους αλλά κυρίως οι τοξίνες που εκρίνονταν κατά την διάσπαση των υπολειμμάτων της ρίζας.
Την λύση στο πρόβλημα έδωσε η αλλαγή των υποκειμένων, πάνω στα οποία εμβολιάζονταν οι ποικιλίες ροδακινιάς.

Από τα βαθύριζα (σπορόφυτα) περάσαμε στα επιπολαιόριζα και πολύ ζωηρά, κυρίως το GF677, τα οποία με την ικανότητα τους, να αντέχουν σε φτωχά ή κουρασμένα εδάφη, κατάφεραν να δίνουν γρήγορη ανάπτυξη ακόμη και σε περιπτώσεις άμεσης επαναφύτευσης.
Σε κάθε περίπτωση όμως, πριν ξανά φυτευτεί ένα κτήμα, πρέπει να τηρούνται οι διαδικασίες καθαρισμού και προετοιμασίας του, οι οποίες περιγράφονται αναλυτικά στο άρθρο «Εγκατάσταση – επανεγκατάσταση οπωρώνα».
